- ἴδοιτο
- εἶδονseeaor opt mid 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἴδοιτ' — ἴδοιτο , εἶδον see aor opt mid 3rd sg ἴδοιτε , εἶδον see aor opt act 2nd pl ἴδοιτε , ἰδέω know pres opt act 2nd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κευθάνω — (Α) (ποιητ. τ. τού κεύθω*) κρύβω («οὐ μὲν γὰρ... ἐκεύθανον, εἴ τις ἴδοιτο» γιατί δεν θα τόν έκρυβαν, αν κανείς τόν έβλεπε, Ομ. Ιλ.) … Dictionary of Greek